- τελειότης
- τελειότηςcompletenessfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τελειοτήτων — τελειότης completeness fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τελειότησι — τελειότης completeness fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τελειότησιν — τελειότης completeness fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τελειότητα — τελειότης completeness fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τελειότητας — τελειότης completeness fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τελειότητες — τελειότης completeness fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τελειότητι — τελειότης completeness fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τελειότητος — τελειότης completeness fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ԿԱՏԱՐԵԼՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 1062 Chronological Sequence: Unknown date, 5c, 6c, 7c, 8c, 10c, 12c, 14c գ. τελειότης perfectio. Կատարեալն գոլ՝ ամբողջութեամբ եւ լրութեամբ էութեան, լաւութեան, կամ ձրից, մասանց եւ հասակի. ... *Մի կարգ, մի պաշտօն (կամ պատիւ)գկատարելութիւն … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
совершение — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;} сущ. исполнение; (τελειότης) совершенство. Учините нозе мои на… … Словарь церковнославянского языка